Η Lancia B56 Florida, έκανε το ντεμπούτο της, στο σαλόνι αυτοκινήτου του Τορίνο, την άνοιξη του 1955. Πρόκειται για ένα από τα στιλιστικά αριστουργήματα του Pininfarina, που όπως και ο ίδιος είπε ότι «επέτρεψε στο Iταλικό φανοποιείο να κάνει ματ στις πολύκροτες αμερικανικές γραμμές» της εποχής.
Το πρωτότυπο B56 Florida με μηχανικούς της Aurelia B12, όχι μόνο προεικόνισε το μελλοντικό κορυφαίο σεντάν της Lancia το Flaminia του 1957, αλλά εισήγαγε μια νέα προσέγγιση στο στυλ των μεγάλων αυτοκινήτων ανώτερης κατηγορίας. Και το φανοποιείο του Τορίνο θα έχει έναν εξαιρετικά σημαντικό ρόλο, για άλλη μια φορά, ως αληθινός ηγέτης: «Το καθόρισαν για να αποτελεί πρόκληση ως προς τις αναλογίες του αμερικανικού συστήματος», θα έγραφε ο «Πίνιν» λίγα χρόνια αργότερα στα περίφημα απομνημονεύματά του.
Lancia B56 Florida: Εξωτερικός σχεδιασμός
«Στην πραγματικότητα, η οροφή έχει σχεδιαστεί για να επεκτείνει τη χαρακτηριστική της γραμμή σε ολόκληρο το όχημα, ενώ ο προφυλακτήρας είναι ενσωματωμένος στο αμάξωμα. Η πρώτη δίθυρη έκδοση ήταν δίχρωμη, όχι για να επιτύχει διαφορετικά χρωματικά εφέ, αλλά για να δημιουργήσει μια ισορροπία μεταξύ των δύο σχημάτων.
«Υιοθέτησα άκρες με επιφάνειες που ενώνονται με μικρές ακτίνες καμπυλότητας» γράφει ο Pininfarina, «ενώ η μπροστινή μάσκα ευνοούσε το προφίλ της γραμμής εκτροπής του καπό. Το στοιχείο με την ισχυρότερη αισθητική έκφραση του αμαξώματος ήταν η οροφή, η οποία συνδεόταν με τα ανάγλυφα των πίσω φτερών, ενώ οι τυφλές γωνίες είχαν αποφευχθεί σχεδόν τελείως.
Παράγαμε τρία αντίτυπα με ελάχιστες διαφορές και αποτέλεσαν τα ονειρεμένα αυτοκίνητα, από τα οποία θα προέκυπτε το Flaminia, σεντάν και κουπέ». Παθιασμένος με τα σπορ αυτοκίνητα, ο Μιλανέζος τενόρος Antonio Melandri, επισκέπτεται την έκθεση αυτοκινήτου του Τορίνο, για να θαυμάσει από κοντά αυτό που αποφάσισε ότι θα είναι το επόμενο αυτοκίνητό του, το Aurelia B20.
Μία συνάντηση που άλλαξε τα πάντα
Μόλις όμως συναντά το περίπτερο του Pininfarina, κυριολεκτικά μαγεύεται από τις γραμμές της Φλόριντα. Ο Μιλανέζος καλλιτέχνης ήρθε αμέσως σε επαφή με τους υπεύθυνους του φανοποιείου του Τορίνο, για να ξεκινήσουν διαπραγματεύσεις για την πώληση αυτής της όμορφης Ιταλίδας.
Προκύπτουν όμως αντικειμενικές δυσκολίες. Ο Pininfarina δίστασε, δεν σχεδίαζε να πουλήσει το αυτοκίνητο που σχεδιάστηκε ως δείγμα νέου στυλ, ενώ πήρε μέρος σε διαγωνισμούς κομψότητας της Λουκέρνης και της Γενεύης. Ωστόσο, ο Melandri δεν το βάζει κάτω και επιμένει προσφέροντας ένα είδος λευκής επιταγής.
Τελικά, στις 15 Μαΐου 1955, το ασφυκτικό του πρεσσάρισμα αποδείχθηκε επιτυχές, παρά το γεγονός ότι η τελική τιμή ήταν σχεδόν διπλάσια από την Aurelia B20. Μάλιστα, το κόστος του πλαισίου ήταν ένα εκατομμύριο 589 χιλιάδες λιρέτες, που έπρεπε να προστεθεί σε αυτό του αμαξώματος. Αλλά αυτά είναι μόνο μικρές λεπτομέρειες, όταν το πάθος κυριαρχεί πάνω από όλα.
Στις 20 Μαΐου, ο Pininfarina επέδειξε για άλλη μια φορά τη Φλόριντα στη Λουκέρνη, η οποία βραβεύτηκε με το Gran Coppa Challenge, ως το πιο όμορφο αυτοκίνητο που παρουσιάστηκε στην εκδήλωση. Στο τέλος του μήνα, με πινακίδα κυκλοφορίας MI 274296, ο Melandri μπόρεσε να παραλάβει το αυτοκίνητο αυτοπροσώπως, από τα εργαστήρια στο Corso Trapani του Τορίνο.
Στις 5 Ιουνίου, για να σεβαστούν τις δεσμεύσεις που είχαν αναληφθεί προηγουμένως, το πρωτότυπο παρέλασε ξανά στη Γενεύη και κέρδισε το πιο πολυπόθητο βραβείο της διοργάνωσης, το χρυσό τριαντάφυλλο. Στη συνέχεια, πρωταγωνίστησε και σε άλλες «πασαρέλες» τον Σεπτέμβριο, στην Cortina d’Ampezzo, στο Campione d’Italia και στη Ρώμη, με σημαντική αναγνώριση, όπως αρμόζει σε μια ασυνήθιστη γοητεία με τέσσερις τροχούς. Το αυτοκίνητο αναβαθμίστηκε αρκετές φορές.
Στη συνέχεια έγινε η προσθήκη ηλεκτρικών παραθύρων με μοτέρ και κουμπιά από τη γαλλική Ducellier. Τέλος, στις αρχές της δεκαετίας του 1960, πάρθηκε η απόφαση να βαφτεί εκ νέου το αμάξωμα στο κλασικό σκούρο μπλε της Lancia, αντί για το αρχικό δίχρωμο.
Περίπου δέκα χρόνια αργότερα, αφού είχε διανύσει περίπου 80 χιλιάδες χιλιόμετρα, ήταν σταθμευμένο σε ένα δημόσιο υπόγειο γκαράζ στη Γένοβα και δεν χρησιμοποιείτο για πολύ καιρό πλέον. Ευτυχώς, στην ιστορία αυτού του μοναδικού αυτοκινήτου, επεμβαίνουν δύο φύλακες άγγελοι: ο ένας είναι ο Lorenzo Boscarelli, πρόεδρος της Aisa, ο οποίος αποφασίζει να το αγοράσει τη δεκαετία του ’80 για να το αποθηκεύσει με ασφάλεια απο εξωτερικές φθορές σε μια εξοχική κατοικία.
Και στη συνέχεια ο Corrado Lopresto, ο οποίος αξίζει τα εύσημα για την ανάκτηση του αυτοκινήτου, για να το υποβάλει σε μια σχολαστική συντηρητική αποκατάσταση που αποδείχθηκε πολύ περίπλοκη, αλλά με το τελικό αποτέλεσμα να είναι ίσο, με την ανεκτίμητη ιστορική αξία της Φλόριντα.
Ήταν μια πραγματική συναισθηματική διάσωση, μια διάσωση που υπαγορεύτηκε τόσο από το συναίσθημα όσο και από την αδιαμφισβήτητη γοητεία του αυτοκινήτου. «Δεν είναι η πρώτη φορά που ασχολούμαι με μια αποκατάσταση αυτού του τύπου», εξηγεί ο μεγάλος συλλέκτης σήμερα, «αλλά είναι αδύνατο να περιγράψω μια τυπική προσέγγιση. Στην περίπτωση της Φλόριντα, η εργασία αναζήτησης πρωτότυπου υλικού που θα επέτρεπε την ακριβή ανακατασκευή των διαφόρων στοιχείων που λείπουν, χρειάστηκε πολύ χρόνο».
«Μόλις έλαβα τις διάφορες φωτογραφίες και ανακατασκεύασα την ιστορία τους, μέσω της συμμετοχής σε διαγωνισμούς κομψότητας», συνεχίζει ο Lopresto, «πέρασα στην επόμενη φάση, αυτή του εντοπισμού μιας ομάδας ειδικών που θα μπορούσαν να ακολουθήσουν τις οδηγίες μου.
Μετά από τέσσερα χρόνια, μπορούμε τώρα να θαυμάσουμε το αποτέλεσμα αυτής της επίπονης δουλειάς. «Πρέπει να πω ευχαριστώ στην ομάδα μου, από το φανοποιείο Airaghi μέχρι το γκαράζ του Colombo, μέχρι τον πολύτιμο Mario Rigotti και τον Fabio Verin. Τώρα είναι άψογα λειτουργικό, με το εσωτερικό διατηρημένο και τα μηχανικά άψογα επισκευασμένα, έτοιμο να χρησιμοποιηθεί και να συμμετάσχει ξανά στους διαγωνισμούς κομψότητας, που κατά τη γνώμη μου αποτελούν το φυσικό περιβάλλον για τη Φλόριντα»!